- απόσποντα
- κ. από σπόντα1. (για το μπιλιάρδο) η περίπτωση κατά την οποία μία σφαίρα χτυπά άλλη όχι απευθείας αλλά αφού προσκρούσει προηγουμένως στην πλευρά (σπόντα) του σφαιριστηρίου2. έμμεσα, πλάγια.[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. sponda «χείλος, άκρη, όχθη, παραπέτο, στηθαίο»].
Dictionary of Greek. 2013.